Πολιτική | 02.11.2009
Η τύχη των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων
Το μορφωτικό ίδρυμα του κόμματος των Γερμανών Πρασίνων Heinrich Böll σε συνεργασία με την κυπριακή πρεσβεία είχε καλέσει Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκύπριους, μέλη της Δικοινοτικής Επιτροπής Συγγενών Θυμάτων Πολέμου και Αγνοουμένων.
Η εισβολή τουρκικών στρατευμάτων το 1974 στην Κύπρο αλλά και οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα σε Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους το 1963/64 δεν οδήγησαν μόνο στη διαίρεση των δύο κοινοτήτων και τη διχοτόμηση του νησιού.
Για 1500 Ελληνοκύπριους και 500 Τουρκοκύπριους αγνοείται η τύχη. Μια καθόλου εύκολη κατάσταση για τις οικογένειες αυτών των αγνοουμένων, ακόμη και αν είναι βέβαιες ότι οι δικοίς τους δεν ζουν πλέον.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της οικογένειας του Ανδρέα Σύζινου, που μόλις πρόσφατα του παραδόθηκαν τα λείψανα του πατέρα του, αγνοούμενου από το 1974.
«Ως τότε επικρατούσε στην οικογένειά μας μια αγωνία» θα πει ο Ανδρέας Σύζινος στο μικρόφωνο της Deutsche Welle: «Που είναι; Είναι τα λείψανα του πεταμένα; Τα έφαγαν τα σκυλιά ή τι; Δεν είχαμε καμία πληροφορία. Την περιοχή περίπου την ξέραμε, δεν ξέραμε όμως αν τον πέταξαν σρ πηγάδι ή αν τον άφησαν πάνω στη γη. Τουλάχιστον να τον θάψουμε όπως αρμόζει και όπως πρέπει για να ησυχάσουμε και εμείς και το κυριότερο η μητέρα μου που είναι υπερήλικας.»
Μαρία Γεωργιάδου: «Τότε άρχισα να καταλαβαίνω: και εμείς κάναμε»
Ανάλογες εμπειρίες έχουν κάνει και τα άλλα μέλη της Δικοινοτικής Επιτροπής Συγγενών Θυμάτων Πολέμου και Αγνοουμένων που είχαν έρθει στο Βερολίνο. Κοινό σημείο αναφοράς είναι τα ψυχικά τραύματα που προκάλεσαν οι εγκληματικές πράξεις της άλλης πλευράς.Στο Μορφωτικό Ίδρυμα των Πράσινων Heinrich Böll: Ανδρέας Σύζινος και Μαρία Γεωργιάδου
Η Μαρία Γεωργιάδου που αγνοεί από εποχή της τουρκική εισβολής την τύχη των γονέων της, της αδελφής και του αδελφού της, περιέγραψε είπε τι αισθάνθηκε, όταν πριν μερικά χρόνια είχε αρχίσει να συμμετέχει στις εργασίες αυτής της δικοινοτικής επιτροπής: «Κάθε φορά που έλεγα ότι σκότωσαν τους δικούς μου, έκαναν αυτό, έκαναν το άλλο – ένιωθα μια αναστάτωση, σαν μίσος, σαν απέχθεια – πως να το πω; Όμως, όταν βρεθήκαμε και γνώρισα τη Sevilay Berk που σκοτώσαν τους γονείς της, όταν εκείνη ήταν 17 ετών, άρχισα να καταλαβαίνω: και εμείς κάναμε.»
Έτσι π.χ. στην οικογένεια του Huseyin, Akansoy: Η μητέρα του, οι δύο του αδελφές, τα δύο του μικρά αδέλφια, η γιαγιά του, συνολικά 30 στενοί συγγενείς του έχουν δολοφονηθεί τον Ιούλιο του 1974 από εθνικιστές Ελληνοκύπριους κοντοχωριανούς τους. Ο χαμός των δικών του εξακολουθεί να επισκιάζει τη ζωή του Huseyin Akansoy. Αντί όμως να αρχίσει να το κυριεύει το μίσος, αποφάσισε κάποια στιγμή να συνεργαστεί με άλλους Κύπριους συμπατριώτες του που είχαν ανάλογες τραυματικές εμπειρίες: «Γνωριστήκαμε με τον Ανδρέα Σύζινο, με τη Μαρία Γεωργιάδου και με πολλούς άλλους Ελληνοκύπριους. Μας δένει μια στενή φιλία. Και αισθάνομαι πολύ ευτυχισμένος που γνωριστήκαμε. Θα ευχόμουν να είχαμε γνωριστεί υπό διαφορετικές συνθήκες. Αλλά έτσι είναι οι πραγματικότητες της ζωής. Σήμερα βρισκόμαστε ο ένας κοντά στον άλλο, μοιραζόμαστε τον πόνο μας. Όσο περισσότερο μοιράζεσαι τον πόνο σου με άλλους, τόσο λιγότερος γίνεται. Και αυτό είναι το μήνυμα που θέλουμε να στείλουμε στις κοινότητες μας.»
Η οδυνηρή διαδικασία επεξεργασίας τραυμάτων του παρελθόντος απαραίτητη για την Κύπρο
Η πρωτοβουλία για τη σύσταση της Δικοινοτικής Επιτροπής Συγγενών Θυμάτων Πολέμου και Αγνοουμένων ξεκίνησε από την Τουρκοκύπρια Σεβγκιούλ Ουλαντάγ.Διχοτομημένη Κύπρος - τι θα γίνει με τους θύτες αμφοτέρων των πλευρών;
Η πολυβραβευμένη δημοσιογράφος είχε αρχίσει από τη δεκαετία του '90 να δημοσιεύει τόσο σε τουκοκυπριακές, όσο και σε ελληνοκυπριακές εφημερίδες τις έρευνές της για τους αγνοούμενους των δύο πλευρών, δηλαδή πως και που εκτελέστηκαν. Τα ρεπορτάζ αυτά είχαν μεγάλο αντίκτυπο στις δύο κοινότητες και συνέβαλαν στην έναρξη εκσκαφών σε όλο το νησί.
Μέχρι σήμερα, έχουν εκταφεί τα λείψανα 570 ατόμων. Από αυτά έχουν αναγνωρισθεί και έχουν παραδοθεί στις οικογένειες τους τα λείψανα 142 Ελληνοκυπρίων και 44 Τουρκοκυπρίων.
Το θέμα της ταυτοποίησης των αγνοουμένων είναι το ένα, υπενθυμίζει η Σεβγκιούλ Ουλαντάγ στο Βερολίνο. Υπάρχουν όμως και άλλα θέματα για τα οποία στην Κύπρο αποφεύγεται κάθε συζήτηση. Όπως π.χ. οι βιασμοί τόσων και τόσων γυναικών, αλλά και πως θα πρέπει να αντιμετωπιστούν αυτοί που έχουν δολοφονήσει είτε Ελληνοκύπριους, είτε Τουρκοκύπριους: «Θα πρέπει να ξεκινήσουμε μια συζήτηση από κοινού για να δούμε, τι θα κάνουμε με τους θύτες. Θα τους δώσουμε συγχωροχάρτι, θα τους πούμε δηλαδή, εντάξει, δεν ήταν σωστό αυτό που κάνατε αλλά περασμένα - ξεχασμένα; Ή θα τους κάνουμε δικαστήριο κατά το πρότυπο της Νότιας Αφρικής; Αν δηλαδή καταθέσουν για όλα τα εγκλήματα που έχουν πράξει, θα τους δοθεί αμνηστία. Αν όμως υπάρξουν αποδείξεις, ότι είπαν ψέματα, τότε θα πάνε φυλακή. Αυτό θα πρέπει να αποφασίσουν οι δύο κοινότητες.»
Πρόκειται για μια οδυνηρή διαδικασία, τονίζει η Σεβγκιούλ Ουλαντάγ. Είναι όμως αναγκαία για να μην επαναληφθούν τέτοιου είδους εγκλήματα σε μια ενωμένη Κύπρο.
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο
Υπεύθ. σύνταξης: Βιβή Παπαναγιώτου
No comments:
Post a Comment