Το τίμημα της ανειλικρίνειας
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο εν εξελίξει «σπαραγμός» στη Νέα Δημοκρατία και στο ΠΑΣΟΚ, εν όψει της εισαγωγής του νέου πολυνομοσχεδίου, δεν διαφέρει τυπικώς από ό,τι έχει συμβεί κατ’ επανάληψιν στο παρελθόν. Είναι σαφές ότι οι γαλακτοπαραγωγοί και οι φαρμακοποιοί θίγονται από τις θεσπιζόμενες ρυθμίσεις. Οπως εθίγησαν και πλείστες όσες άλλες κοινωνικές ομάδες –κάποιες μέχρις εξουθενώσεως– για την εξυπηρέτηση του «υψίστου στόχου», της διασώσεως της χώρας.
Αντιλαμβάνεται κάθε καλόπιστος πολίτης την πίεση υπό την οποία λειτουργεί η όποια κυβέρνηση. Αλλά το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι αντιπροσωπευτικό. Αυτό σημαίνει ότι οι βουλευτές οφείλουν νομιμοφροσύνη στο κόμμα στο οποίο ανήκουν, αλλά και στους ψηφοφόρους, τα συμφέροντα των οποίων θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν. Χώρα με εξουθενωμένους πολίτες δεν υπήρξε ποτέ. Η ανωτέρω αντίφαση μπορούσε να αρθεί μόνον εάν υπήρχε διαρκής και έντιμη ενημέρωση της κοινής γνώμης περί των συνεπειών της ολικής σαρώσεως της οικονομίας από τις κυβερνήσεις που άσκησαν την εξουσία από το 2010 και εφ’ εξής. Αντ’ αυτού όλες οι πολιτικές κυβερνήσεις προτίμησαν να εξωραΐζουν την πραγματικότητα προς ικανοποίηση εφήμερων στόχων –όπως η υπερψήφιση κάποιου νομοσχεδίου ή εν όψει εκλογών– για να επιβάλλουν στη συνέχεια νέα μέτρα, πολλά από τα οποία αφορούν σε ήδη αναληφθείσες και μη εκτελεσθείσες υποχρεώσεις της Ελλάδος.
Την οικτρή αυτή πολιτική διαχείριση καλούνται να επικυρώσουν οι βουλευτές, την τελευταία στιγμή, υπερψηφίζοντας ρυθμίσεις για τη «σωτηρία της Ελλάδος». Με αυτόν τον τρόπο, όμως, θεσπίζεται διαδικασία «ηπίων πραξικοπημάτων» ή «αναγκαίων εκτροπών», που οδηγούν στην πλήρη υπονόμευση του αντιπροσωπευτικού συστήματος.
Στόχος του όποιου φιλόδοξου και ικανού βουλευτού είναι η κατάκτηση της ηγεσίας του κόμματος στο οποίο ανήκει και στη συνέχεια η πρωθυπουργία. Στη φάση αυτή έχει ανάγκη υποστηρίξεως βουλευτών, κομματικών στελεχών και πολιτών. Οταν επιτευχθεί και ο τελικός στόχος, βρίσκεται αντιμέτωπος με την ευθύνη διαχειρίσεως των προβλημάτων.
Ως πρωθυπουργός αρχίζει να λειτουργεί αυταρχικά – κάποιοι θα έλεγαν δικτατορικά. Χάνει σταδιακώς τη συμπάθεια των βουλευτών και των ψηφοφόρων. Καλώς ή κακώς, έτσι έχουν τα πράγματα. Οταν, ωστόσο, λόγω των συνθηκών, η κοινωνία οδηγείται στα άκρα, το πρόβλημα που τίθεται δεν αφορά την επιβίωση μιας κυβερνήσεως, αλλά εν γένει του πολιτικού συστήματος.
Επ’ αυτού θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν δύο δεδομένα. Πρώτον, ότι το δικομματικό σύστημα έχει καταρρεύσει οριστικά και οι πιθανότητες συμμαχικών κυβερνήσεων, είτε πρωτεύσει η Ν.Δ. είτε ο ΣΥΡΙΖΑ, στις επόμενες εθνικές εκλογές είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Δεύτερον, ότι η παρούσα Βουλή είναι η τελευταία με «μνημονιακή πλειοψηφία». Τα δεδομένα αυτά πρέπει να καθορίζουν την τακτική του κυβερνητικού συνασπισμού, που δεν κινδυνεύει από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από εσωτερικές παθογένειες και αναζητεί διέξοδο σε τακτικισμούς, υπονομευτικούς της αξιοπιστίας του.kathimerini
Αντιλαμβάνεται κάθε καλόπιστος πολίτης την πίεση υπό την οποία λειτουργεί η όποια κυβέρνηση. Αλλά το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι αντιπροσωπευτικό. Αυτό σημαίνει ότι οι βουλευτές οφείλουν νομιμοφροσύνη στο κόμμα στο οποίο ανήκουν, αλλά και στους ψηφοφόρους, τα συμφέροντα των οποίων θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν. Χώρα με εξουθενωμένους πολίτες δεν υπήρξε ποτέ. Η ανωτέρω αντίφαση μπορούσε να αρθεί μόνον εάν υπήρχε διαρκής και έντιμη ενημέρωση της κοινής γνώμης περί των συνεπειών της ολικής σαρώσεως της οικονομίας από τις κυβερνήσεις που άσκησαν την εξουσία από το 2010 και εφ’ εξής. Αντ’ αυτού όλες οι πολιτικές κυβερνήσεις προτίμησαν να εξωραΐζουν την πραγματικότητα προς ικανοποίηση εφήμερων στόχων –όπως η υπερψήφιση κάποιου νομοσχεδίου ή εν όψει εκλογών– για να επιβάλλουν στη συνέχεια νέα μέτρα, πολλά από τα οποία αφορούν σε ήδη αναληφθείσες και μη εκτελεσθείσες υποχρεώσεις της Ελλάδος.
Την οικτρή αυτή πολιτική διαχείριση καλούνται να επικυρώσουν οι βουλευτές, την τελευταία στιγμή, υπερψηφίζοντας ρυθμίσεις για τη «σωτηρία της Ελλάδος». Με αυτόν τον τρόπο, όμως, θεσπίζεται διαδικασία «ηπίων πραξικοπημάτων» ή «αναγκαίων εκτροπών», που οδηγούν στην πλήρη υπονόμευση του αντιπροσωπευτικού συστήματος.
Στόχος του όποιου φιλόδοξου και ικανού βουλευτού είναι η κατάκτηση της ηγεσίας του κόμματος στο οποίο ανήκει και στη συνέχεια η πρωθυπουργία. Στη φάση αυτή έχει ανάγκη υποστηρίξεως βουλευτών, κομματικών στελεχών και πολιτών. Οταν επιτευχθεί και ο τελικός στόχος, βρίσκεται αντιμέτωπος με την ευθύνη διαχειρίσεως των προβλημάτων.
Ως πρωθυπουργός αρχίζει να λειτουργεί αυταρχικά – κάποιοι θα έλεγαν δικτατορικά. Χάνει σταδιακώς τη συμπάθεια των βουλευτών και των ψηφοφόρων. Καλώς ή κακώς, έτσι έχουν τα πράγματα. Οταν, ωστόσο, λόγω των συνθηκών, η κοινωνία οδηγείται στα άκρα, το πρόβλημα που τίθεται δεν αφορά την επιβίωση μιας κυβερνήσεως, αλλά εν γένει του πολιτικού συστήματος.
Επ’ αυτού θα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν δύο δεδομένα. Πρώτον, ότι το δικομματικό σύστημα έχει καταρρεύσει οριστικά και οι πιθανότητες συμμαχικών κυβερνήσεων, είτε πρωτεύσει η Ν.Δ. είτε ο ΣΥΡΙΖΑ, στις επόμενες εθνικές εκλογές είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Δεύτερον, ότι η παρούσα Βουλή είναι η τελευταία με «μνημονιακή πλειοψηφία». Τα δεδομένα αυτά πρέπει να καθορίζουν την τακτική του κυβερνητικού συνασπισμού, που δεν κινδυνεύει από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά από εσωτερικές παθογένειες και αναζητεί διέξοδο σε τακτικισμούς, υπονομευτικούς της αξιοπιστίας του.kathimerini
No comments:
Post a Comment