Η επιστολή του Τρισέ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Την περασμένη Κυριακή η «Καθημερινή» αποκάλυψε ότι ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ο επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, έστειλε τον Απρίλιο του 2011, ένα χρόνο μετά την ένταξη της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης, επιστολή στον Γ. Παπανδρέου με την οποία εξέφραζε την κάθετη αντίθεσή του σε κάθε σκέψη αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, που φαίνεται να είχε εκείνη την εποχή η Αθήνα. Μία επιστολή γραμμένη όχι απλά σε αυστηρό, αλλά σε απειλητικό ύφος, γεγονός που αποδεικνύει περίτρανα τα ασφυκτικά στενά περιθώρια στα οποία μπορούσε να κινηθεί η ελληνική κυβέρνηση τότε. Η χώρα είχε ουσιαστικά χρεοκοπήσει το 2009 και ο σκοπός πλέον ήταν να αποφύγει την άτακτη χρεοκοπία.
Είναι φανερό ότι η επιστολή Τρισέ καταρρίπτει πολλούς μύθους πάνω στους οποίους έχει εδραιωθεί η αντίληψη ότι η ελληνική πλευρά είχε δυνατότητες διαπραγμάτευσης, μπορούσε να εκβιάσει για να επιβάλει τις απόψεις της, να «κουρέψει» μονομερώς το χρέος της (ύψους 300 δισ. ευρώ, όλο σχεδόν προς ιδιώτες), να συμπαρασύρει στην κατάρρευση όλο το ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα και μαζί του το παγκόσμιο, εφόσον δεν έπαιρνε όσα χρειαζόταν και ζητούσε, να μη δεχθεί Μνημόνια και ελέγχους από τρόικες και άλλα συναφή. Ολα αυτά έχουν υποστηριχθεί με επιμονή και φανατισμό από πολλούς και διάφορους, πολιτικούς, «ειδήμονες», κόμματα και δημοσιογράφους τα τελευταία τέσσερα χρόνια και συνεχίζουν να το κάνουν.
Θα περίμενε κανείς ότι η αποκάλυψη της «Καθημερινής» θα τάραζε τα νερά, θα προκαλούσε θόρυβο και συζητήσεις και θα προβλημάτιζε μερικούς καλόπιστους. Μάταια όμως. Κάποιες αναφορές έγιναν στο θέμα την Κυριακή, ίσως και τη Δευτέρα και μετά άκρα του τάφου σιωπή. Ο διάχυτος λαϊκισμός έχει δημιουργήσει ένα συμπαγή τοίχο που δεν επιτρέπει ρωγμές λογικής και ρεαλισμού, όταν μάλιστα στον δημόσιο λόγο έχει επικρατήσει η πεποίθηση ότι το Μνημόνιο και η τρόικα έφεραν την κρίση στην Ελλάδα και όχι το αντίθετο. Αλλωστε και η δήλωση, πάλι του Τρισέ πριν από μερικές εβδομάδες, ότι κανείς, ούτε το ΔΝΤ, έθεσε θέμα «κουρέματος» του ελληνικού χρέους όταν κατέρρευσε η χώρα μας, πέρασε εκκωφαντικά απαρατήρητη στα ελληνικά μίντια.
Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσε να αναμένεται διαφορετική συμπεριφορά από πολιτικούς και δημοσιογράφους που στηρίζουν τις καριέρες τους στον παραλογισμό, τη συνωμοσιολογία και τον ακατάσχετο λαϊκισμό. Οι εξαιρέσεις βέβαια υπάρχουν, αλλά στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, στα μπλογκ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυριαρχούν αυτοί. Και αν μπορούν να βρεθούν, έστω και ασύστατες, δικαιολογίες για τους πολιτικούς, οι απερίγραπτοι είναι οι δημοσιογράφοι που υποδύονται με απύθμενο θράσος τους αντισυστημικούς, ενώ δουλεύουν και τους παρέχεται βήμα σε μίντια του συστήματος για να κραυγάζουν, όταν έχουν εκμεταλλευθεί με πολλούς τρόπους το σύστημα εναντίον του οποίου καταφέρονται, όταν η άγνοιά τους ξεπερνά ακόμη και το γεγονός ότι στρατεύονται χωρίς πρόβλημα υπό «σημαίες ευκαιρίας», όταν εξυπηρετούν συμφέροντα, όταν αδυνατούν να καθορίσουν αυτό το περιβόητο «σύστημα» και όταν ασκούν με αρλούμπες ακόμη και το επάγγελμά τους.
Από εκεί και πέρα γιατί να υπάρχει απαίτηση να προβληματιστούν με την επιστολή Τρισέ;
Είναι φανερό ότι η επιστολή Τρισέ καταρρίπτει πολλούς μύθους πάνω στους οποίους έχει εδραιωθεί η αντίληψη ότι η ελληνική πλευρά είχε δυνατότητες διαπραγμάτευσης, μπορούσε να εκβιάσει για να επιβάλει τις απόψεις της, να «κουρέψει» μονομερώς το χρέος της (ύψους 300 δισ. ευρώ, όλο σχεδόν προς ιδιώτες), να συμπαρασύρει στην κατάρρευση όλο το ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα και μαζί του το παγκόσμιο, εφόσον δεν έπαιρνε όσα χρειαζόταν και ζητούσε, να μη δεχθεί Μνημόνια και ελέγχους από τρόικες και άλλα συναφή. Ολα αυτά έχουν υποστηριχθεί με επιμονή και φανατισμό από πολλούς και διάφορους, πολιτικούς, «ειδήμονες», κόμματα και δημοσιογράφους τα τελευταία τέσσερα χρόνια και συνεχίζουν να το κάνουν.
Θα περίμενε κανείς ότι η αποκάλυψη της «Καθημερινής» θα τάραζε τα νερά, θα προκαλούσε θόρυβο και συζητήσεις και θα προβλημάτιζε μερικούς καλόπιστους. Μάταια όμως. Κάποιες αναφορές έγιναν στο θέμα την Κυριακή, ίσως και τη Δευτέρα και μετά άκρα του τάφου σιωπή. Ο διάχυτος λαϊκισμός έχει δημιουργήσει ένα συμπαγή τοίχο που δεν επιτρέπει ρωγμές λογικής και ρεαλισμού, όταν μάλιστα στον δημόσιο λόγο έχει επικρατήσει η πεποίθηση ότι το Μνημόνιο και η τρόικα έφεραν την κρίση στην Ελλάδα και όχι το αντίθετο. Αλλωστε και η δήλωση, πάλι του Τρισέ πριν από μερικές εβδομάδες, ότι κανείς, ούτε το ΔΝΤ, έθεσε θέμα «κουρέματος» του ελληνικού χρέους όταν κατέρρευσε η χώρα μας, πέρασε εκκωφαντικά απαρατήρητη στα ελληνικά μίντια.
Η αλήθεια είναι ότι δεν θα μπορούσε να αναμένεται διαφορετική συμπεριφορά από πολιτικούς και δημοσιογράφους που στηρίζουν τις καριέρες τους στον παραλογισμό, τη συνωμοσιολογία και τον ακατάσχετο λαϊκισμό. Οι εξαιρέσεις βέβαια υπάρχουν, αλλά στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, στα μπλογκ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κυριαρχούν αυτοί. Και αν μπορούν να βρεθούν, έστω και ασύστατες, δικαιολογίες για τους πολιτικούς, οι απερίγραπτοι είναι οι δημοσιογράφοι που υποδύονται με απύθμενο θράσος τους αντισυστημικούς, ενώ δουλεύουν και τους παρέχεται βήμα σε μίντια του συστήματος για να κραυγάζουν, όταν έχουν εκμεταλλευθεί με πολλούς τρόπους το σύστημα εναντίον του οποίου καταφέρονται, όταν η άγνοιά τους ξεπερνά ακόμη και το γεγονός ότι στρατεύονται χωρίς πρόβλημα υπό «σημαίες ευκαιρίας», όταν εξυπηρετούν συμφέροντα, όταν αδυνατούν να καθορίσουν αυτό το περιβόητο «σύστημα» και όταν ασκούν με αρλούμπες ακόμη και το επάγγελμά τους.
Από εκεί και πέρα γιατί να υπάρχει απαίτηση να προβληματιστούν με την επιστολή Τρισέ;
No comments:
Post a Comment