Διδάσκαλοι του Υπαρκτού Ελληνισμού
Tου Στεφανου Κασιματη / kassimatis@kathimerini.gr
Ο Μανόλης Γλέζος είναι ένα από τα ιερά τοτέμ της πολιτικής ορθότητας σε αυτή τη χώρα. Οποτε αυτός κρίνει, μπορεί να παίρνει το επίσημο ύφος του αυστηρού διδασκάλου του γένους και να μας μιλάει από καθέδρας. Το έκανε και τώρα, με αφορμή την τρομοκρατική επίθεση κατά της οικίας του πρεσβευτή της Γερμανίας. Ως «ζωντανό σύμβολο» της διαρκούς αντίστασης κατά των πάσης φύσεως κατακτητών, ο Μ. Γλέζος παρενέβη για να ερμηνεύσει τα γεγονότα προς όφελος των αδαών και να πει ότι αυτοί που έριξαν τους πυροβολισμούς στο Χαλάνδρι ήθελαν «να συκοφαντήσουν το λαϊκό κίνημα που αγωνίζεται να μετατρέψει την αναμφισβήτητη οργή του λαού σε πολιτική πράξη», ότι η πράξη τους «ωφελεί όσους επιδιώκουν να πάρουν μέτρα εναντίον του λαού μας» και, κάπου εκεί, βρήκε την ευκαιρία να μας υπενθυμίσει και το απαραίτητο φολκλόρ περί των πανάρχαιων παραδόσεών μας, μπροστά στις οποίες Γότθοι, Βάνδαλοι, Αλανοί, Ούννοι και λοιποί βάρβαροι οφείλουν να ψαρώνουν και να το βουλώνουν.
Οι τρομοκράτες, λοιπόν, κατά το ζωντανό σύμβολο, δεν είναι κάποιοι οι οποίοι κινούνται μεν προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά τελευταία έχουν παραστρατήσει και ακολουθούν τον λάθος δρόμο. Δεν είναι, δηλαδή, «δικοί μας» υπό την ευρεία έννοια που βολεύει να την αφήνουμε ακαθόριστη. Είναι μάλλον ενσυνείδητοι υπηρέτες ξένων συμφερόντων· ενδεχομένως δε είναι ξένοι, αν η αναφορά στις παραδόσεις των αρχαίων ερμηνευθεί ως αμφισβήτηση της ελληνικότητας του DNA αυτών των κυρίων με τα Καλάσνικοφ.
Η πραγματικότητα, όμως, φοβάμαι ότι είναι κάπως διαφορετική. Ο αγώνας του λαού μας το 2012 ξεκίνησε, θυμάμαι καλά, με τον Αλέξη Τσίπρα να καταγγέλλει ως «γκάνγκστερ» τα μέλη του Eurogroup, που τότε μας πίεζαν για τις απολύσεις στο Δημόσιο. Εκτοτε, περάσαμε έναν χρόνο που βαρεθήκαμε να ακούμε ξανά και ξανά τα στερεότυπα περί «Τετάρτου Ράιχ» και «γερμανικής μπότας» από τα επισημότερα χείλη του ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και μέσα στη Βουλή, σε σημείο ώστε να μη δίνουμε πια σημασία και παρόμοιες υπερβολές να γίνονται ανεκτές μέσα στο πλαίσιο της φυσιολογικής ρητορικής των δυνάμεων που εκπροσωπούν τα λαϊκά συμφέροντα. Θεωρείται, λοιπόν, οιονεί κεκτημένο των δημοκρατικών δυνάμεων να μη γνωρίζουν όριο στην υπερβολή και να κακίζουν κατά βούληση όποιον ορίζουν ως αντίπαλο, ώσπου έρχεται αυτό που δεν έχουν υπολογίσει: να βρεθούν κάποιοι τρελοί και ηλίθιοι να πάρουν στα σοβαρά τη ρητορική της υπερβολής και να δράσουν αναλόγως. Τότε, φυσικά, δεν ευθύνονται ποτέ οι δημοκρατικές δυνάμεις για όσα έχουν κατά κόρον διαλαλήσει, αλλά εκείνοι που τα παρερμήνευσαν. Και επειδή, προφανώς, οι τελευταίοι δεν μπορούν να ανήκουν στον εξυπνότερο λαό του κόσμου (διότι δεν θα ήταν δυνατόν ποτέ να στραφούν εναντίον των συμφερόντων τους;) είναι πράκτορες και, κατά πάσα πιθανότητα, ξένοι. Κάπως έτσι ξεμπερδεύουμε με τις ευθύνες μας.
Αυτή δεν είναι, σε γενικές γραμμές, η στάση που μας συμβουλεύει ο Μ. Γλέζος να κρατήσουμε απέναντι στο συγκεκριμένο περιστατικό τρομοκρατίας; Μπορούμε να βρίζουμε τους Γερμανούς όσο και όπως θέλουμε, αλλά αυτό δεν έχει την παραμικρή σχέση με τους τρελούς που παίρνουν το Καλάσνικοφ και γαζώνουν το σπίτι του πρεσβευτή. Πρώτης τάξεως μάθημα από ένα ζωντανό σύμβολο, που ασκεί κατά περίπτωση καθήκοντα διδασκάλου του γένους! Αλλά η δήθεν πονηρή ανευθυνότητα που μας διδάσκει ο Μ. Γλέζος σε τι διαφέρει επί της ουσίας από την εντελώς κουτή και κωμική εκδοχή της, την οποία θαυμάζουμε στην περίπτωση του Michel de Liapis; (Του γνωστού στον στενό κύκλο των Νεοκαραμανλικών και ως «το οικογενειακό βάρος»...) Επικαλείται την ιερά ιδιότητα του «συνταξιούχου», προκειμένου να δικαιολογήσει την απάτη του ως «λάθος» και διαβεβαιώνει ότι δέχεται να πληρώσει τις συνέπειές της. Επειτα, με τη συμπεριφορά του, διαψεύδει τελείως την όποια αξία των λόγων του και, επιστρέφοντας από το «ταξίδι ψυχικής εκτόνωσης», μας μαλώνει κι από πάνω, επειδή δεν τον αφήσαμε να ξεκουραστεί ο άνθρωπος, να ησυχάσει από το δράμα του.
Δεν είναι θέμα πολιτικής, αλλά κουλτούρας του Υπαρκτού Ελληνισμού. Είτε ως προνομιακός εκφραστής των λαϊκών συμφερόντων δίνεις ηρωικές μάχες με την πραγματικότητα για να την φέρεις στα μέτρα της προκαθορισμένης αλήθειας που υπηρετείς και δεν πρέπει να διαψευσθεί, όπως ο Μ. Γλέζος, είτε είσαι απλώς ένας Michel που φτερουγίζει σαν πεταλούδα στα άνθη των απολαύσεων, έχεις το δικαίωμα στην ανευθυνότητα. Ζήτημα συνέπειας λόγων και έργων δεν τίθεται και, επομένως, πάντα φταίει κάποιος άλλος: οι Γερμανοί, οι ξένοι, οι πράκτορες, οι δημοσιογράφοι και ό,τι βολεύει κάθε φορά. Από τη γωνία αυτή, λοιπόν, πρέπει να εξάρουμε την ευστοχία του δημοσιογράφου που έχωσε το μαρκούτσι στο πρόσωπο του Michel και τον ρώτησε τι παράδειγμα δίνει με τη στάση του «στους νέους». Οχι, δεν παρασύρθηκε από το σουέτερ με την κουκούλα και το γιλέκο του σκι που φορούσε ο νεάζων παρά τα 62 χρόνια του ανεψιός. Ανήκει και αυτός, με τον τρόπο του, στους σύγχρονους διδασκάλους του γένους, στην κατηγορία της «ψυχικής εκτόνωσης»...kathimerini