Και τώρα τι κάνουμε; Τι χώρα θέλουμε και τι κοινωνία;
Οι διαπραγματεύσεις, οι διαβουλεύσεις, οι τηλεδιασκέψεις, οι απογοητεύσεις και οι νίκες (κατ’ άλλους ήττες) τελείωσαν. Η περιβόητη δόση με τις συνοδεύουσες «μικροδόσεις» της εξασφαλίστηκε. Η χώρα μας θα λάβει ένα πολύ μεγάλο χρηματικό ποσόν, για να κλείσει τις παλιές πληγές (ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών) και να βουλώσει τις τελευταίες τρύπες των δημόσιων οικονομικών της (τα χρέη του δημοσίου προς ιδιώτες, το φετινό πρωτογενές έλλειμμα και κάποια υπόλοιπα ομολόγων και βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων). Πέραν τούτων, δεν αναμένεται ουδέν στον ορίζοντα «εις ρευστόν» από τας Ευρώπας, εκτός ίσως κάποιων επιστροφών από κέρδη ελληνικών ομολόγων της ΕΚΤ και των «τακτικών» εισροών όπως τα υπόλοιπα χρήματα του 4ου Πακέτου Στήριξης (ΕΣΠΑ) και αυτά που θα μας αναλογούν από το 5οΠακέτο που διαπραγματεύονται στις Βρυξέλλες. Είναι επίσης αλήθεια πως με επιτόκια της τάξης του 0,75% δεν μπορούμε να μιλάμε για «τοκογλύφους» και με την μεγάλη περίοδο χάριτος για κεφάλαια και τόκους των δανείων μας, έχουμε εξασφαλίσει μια μάλλον μακρά περίοδο ηρεμίας και σταθερότητας ώστε να μπορέσουμε να ανασυνταχθούμε. Αλλά αυτό θα πρέπει να το κάνουμε ΜΟΝΟΙ μας. Η περίοδος της «δανεικής ευημερίας» έχει περάσει ανεπιστρεπτί και από δω και μπρος, για αρκετά χρόνια, ίσως δεκαετίες θα πρέπει να πορευτούμε στην «ενάρετη οδό» των πρωτογενών πλεονασμάτων και των όσο το δυνατόν πιο ισοσκελισμένων ισοζυγίων εξωτερικών συναλλαγών. Είμαστε δηλαδή βιζαβί και απέναντι με τον καλό ή κακό εαυτό μας, άλλως έχουμε μείνει ενώπιος ενωπίω.
Κάθε σώφρων δανειολήπτης είτε είναι φυσικό πρόσωπο είτε κράτος, οφείλει να εκμεταλλεύεται προς όφελός του τέτοια μεγάλα διαστήματα «ηρεμίας» που του εξασφαλίζουν οι δανειστές του. Οφείλει να ξεπερνά τον προηγούμενο «κακό» εαυτό του, να αλλάζει συνήθειες, να εργάζεται περισσότερο, να αποταμιεύει το περίσσευμά του, να εξορθολογίζει τις δαπάνες του, να προσπαθεί να αυξήσει το εισόδημά του, να μην δημιουργεί επ’ ουδενί καινούρια χρέη, άσχετα αν έχει σκοπό να αποπληρώσει ή όχι τα αρχικά δάνειά του. Πολύ περισσότερο, αν πρέπει τελικά να τα αποπληρώσει, αφού σε αντίθετη περίπτωση θα μείνει εκτός του «δανειακού νυμφώνος» και κάτι τέτοιο στις μέρες μας ισοδυναμεί με οικονομική ασφυξία και μαρασμό.
Το ερώτημα που τίθεται αναπόδραστα στον καθένα μας είναι: «και τώρα τι κάνουμε;». Όχι μονάχα οι κυβερνώντες αλλά και κάθε φορολογούμενος πολίτης οφείλει τούτη την στιγμή να αναρωτηθεί εντός του με το ίδιο ερώτημα. «Τι κάνουμε»; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει άμεση συνάφεια με την απάντηση σε ένα άλλο ερώτημα που κανείς ακόμη από τους κυβερνώντες δεν έχει θέσει ωμά και απροκάλυπτα στους πολίτες: «που θέλουμε να πάμε ως χώρα και ως κοινωνία;».
Το σίγουρο είναι πως δεν μπορούμε να επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν: στην στρεβλή «ανάπτυξη» με δανεικά που την πληρώσαμε ακριβά και θα την πληρώνουν πιθανώς και οι επόμενες γενιές των Ελλήνων. Οι παλιοί «δανεικοί παράδεισοι» έχουν τελειώσει για μας μαζί με τα φθηνά δανεικά κεφάλαια που «τρομπάρισαν» αδίστακτοι και ιδιοτελείς πολιτικοί στην μεταπολιτευτική οικονομική μας φούσκα. Επειδή η παλιά φούσκα έσκασε πια και επειδή κανείς δεν μας δανείζει ξανά, ώστε να «τρομπάρουμε» αέρα – λεφτά σε μια καινούρια.
Όσοι υπόσχονται μια καινούρια τσίλικη, γυαλιστερή φούσκα ευημερίας με επιστροφή στο πρόσφατο παρελθόν της κρατικής σπατάλης, της ρεμούλας και της ασυδοσίας, είναι αδίστακτοι ψηφοθήρες και ψεύτες, αφού καταπίνουν την γλώσσα τους αμάσητη όταν τους ρωτήσει κανείς που θα βρούνε τα χρήματα που είναι απαραίτητα για κάτι τέτοιο. Αν υπήρχε και η παραμικρή πιθανότητα να επιστρέψουμε σε αυτή την μακάρια κατάσταση να είστε βέβαιοι πως θα την είχαν ανακαλύψει εν ριπή οφθαλμού τα «τσακάλια» του «Πασοκικού Συστήματος» και δεν θα είχαν καταντήσει στα αζήτητα της πολιτικής ιστορίας!
Οποιαδήποτε ομαδική ψευδαίσθηση αυτή την ώρα, οποιαδήποτε φαντασίωση χαμένων παραδείσων, όσο και αν υποκινείται από τους λάβρους «επαναστάτες της φακής» των άκρων, θα είναι αδιανόητο χάσιμο χρόνου και καταστροφικός αντιπερισπασμός από αυτά που πραγματικά πρέπει να κάνουμε αν θέλουμε να επιβιώσουμε και να ανακάμψουμε. Και ο χρόνος τούτη την κρίσιμη ώρα είναι το πολυτιμότερο αγαθό για την χώρα. Αλλά ποια είναι αυτά που θα πρέπει να κάνουμε; Ας το συζητήσουμε έστω και εν περιλήψει, έστω και αν είμαι βέβαιος πως δύσκολα θα τα κάνουμε χωρίς «έξωθεν» βοήθεια και εποπτεία:
Πρώτη κίνηση είναι η πραγματοποίηση επιτέλους των θεσμικών μεταρρυθμίσεων εκείνων που θα μας ξεκολλήσουν από την ευρωπαϊκή περιφέρεια και θα μας οδηγήσουν ισότιμα μέλη της προσεχούς Ευρωπαϊκής Ενοποίησης. Όχι επειδή δήθεν μας το επιβάλλουν τα μνημόνια και οι «ναζιστές τοκογλύφοι» αλλά επειδή είναι δική μας θέληση και προσανατολισμός. Παράλληλα, θα πρέπει να εξοστρακίσουμε πάραυτα από το πολιτικό μας λεξιλόγιο τις λέξεις «μνημονιακός» και «αντιμνημονιακός» που τόση πολιτική σύγχυση και στείρα αντιπαράθεση μας έχουν κοστίσει.
Μεταρρύθμιση της κρατικής μηχανής με (εύκολη πια) χρησιμοποίηση των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας που έχουμε στα χέρια μας. Μια απλή διασύνδεση είναι απαραίτητη, ώστε (π.χ.) οι 6 (!) υπάλληλοι που εργάζονται κατά μέσον όρο στο τμήμα πιστοποιητικών ενός μέσου Δήμου, να μην έχουν πια αντικείμενο εργασίας και να κάνουν ως εκ τούτου μια πιο αποδοτική δουλειά. Ο δημόσιος τομέας πρέπει να διατηρεί τόσους υπαλλήλους όσους χρειάζεται και μπορεί να πληρώνει. Οι αργούντες οργανισμοί και διευθύνσεις (π.χ.) «Αθήνα 2004» πρέπει να κλείσουν πάραυτα! Οι ΟΤΑ πρέπει να αλλάξουν ριζικά τρόπο λειτουργίας και διαχείρισης και να λειτουργούν με στόχο την εξυπηρέτηση του δημότη που τους χρηματοδοτεί με τα τέλη που πληρώνει. Να γίνουν πλήρως αυτοχρηματοδοτούμενοι και αυτοδιοικούμενοι και οι τοπικοί άρχοντες να έχουν την πλήρη ευθύνη για την οικονομική τους πορεία και όχι να είναι επαίτες του κρατικού προϋπολογισμού και ανεύθυνοι διαχειριστές κονδυλίων της κεντρικής διοίκησης.
Τα κλειστά επαγγέλματα πρέπει να ανοίξουν άμεσα και αληθινά. Η επιχειρηματικότητα πρέπει να διευκολυνθεί με πάταξη της γραφειοκρατίας, του φαβοριτισμού και των κλειστών κυκλωμάτων. Η αναμόρφωση του τραπεζικού συστήματος θα αποτελέσει καταλυτικό εργαλείο σε αυτή την κατεύθυνση. Στρατηγικός σχεδιασμός με εξωστρεφή χαρακτηριστικά και ενίσχυση των πυλώνων στους οποίους έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα, χωρίς επιδοτήσεις αλλά με φορολογικά, επενδυτικά και αναπτυξιακά κίνητρα όπως παντού στον αναπτυγμένο κόσμο. Η φορολογία πρέπει να απλοποιηθεί και ο ΚΒΣ να καταργηθεί άμεσα. Οι αποκρατικοποιήσεις είναι απαραίτητες και η εκμετάλλευση κρατικής περιουσίας εκ των ουκ άνευ αλλά πρέπει να γίνουν στοχευμένα, έξυπνα και με κριτήριο το τελικό όφελος του κράτους και όχι των επενδυτών και των «επενδυτών».
Παιδεία και Υγεία πρέπει να αλλάξουν εκ βάθρων. Αξιοκρατία παντού, πρόσβαση σε όλους με δωρεάν στάνταρ και κοστολογημένες ασφαλιστικές παροχές και υποτροφίες φοιτητών. Αλλαγή της διοίκησης και των δομών τόσο στην Υγεία (μάνατζερ – γνώστες διοικητές κι όχι κομματικά ανδράποδα) όσο και στα ΑΕΙ (περιορισμός της φοιτητικής ψήφου, πλήρες αυτοδιοίκητο, κατάργηση του Πανεπιστημιακού Ασύλου).
Εξασφάλιση και εμπέδωση κλίματος ασφαλείας στις πόλεις και την ύπαιθρο με αναθεώρηση εκ βάθρων της πολιτικής μας απέναντι στο οξύ πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης. Πρέπει να γίνουμε βραχυπρόθεσμα «δύσκολη» χώρα για όποιον σκέφτεται να μας χρησιμοποιήσει ως πρώτο λαθρομεταναστευτικό του βήμα. Παράλληλη πάταξη της μαύρης εργασίας, του παράνομου εμπορίου και ασφυκτικός έλεγχος στην ενοικίαση σπιτιών σε αλλοδαπούς.
Αυτά που έχουμε να κάνουμε είναι πολλά για να χωρέσουν σε ένα σημείωμα και αυτονόητα για μια χώρα που θέλει να μετέχει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Είναι απλώς θέμα πολιτικής βούλησης. Η οποία θα υπάρξει είναι βέβαιο τόσο πιο ισχυρή, όσο εμείς οι ίδιοι οι πολίτες αποκτήσουμε εσωτερικό μπούσουλα για το που θέλουμε να βαδίσουμε ως κοινωνία. Όσο εμείς οι πολίτες ελκόμεθα τυφλά και άκριτα από πολιτικούς «βοσκούς» που σφυράνε στις φλογέρες τους μαυλιστικούς σκοπούς κούφιας επανάστασης και χωρίς αντίκρισμα πατριδολαγνείας, τόσο πιο ανίσχυρη θα εμφανίζεται η πολιτική βούληση αυτών που μπορούν να φέρουν σε πέρας τις τιτάνιες μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για τον μετασχηματισμό της χώρας. Ουδείς είναι άμοιρος ευθυνών τελικά, ακόμη και όταν θέλει να πιστεύει κάτι τέτοιο.
Ηλίας Τσιαμήτρος antinews
This entry was posted in Επισημαίνουμε. Bookmark the permalink.
No comments:
Post a Comment