ΤΑ ΑΓΚΑΘΙΑ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΗΜΕΡΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ
Επιστρέφουν η ύφεση και τα σενάρια για ρύθμιση χρέους
Δραματική είναι η επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας, συμπεριλαμβανομένης και της κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει οι ελληνικές τράπεζες το τελευταίο 6μηνο του έτους, οι οποίες θα χρειαστούν έως και 25 δισ. ευρώ. Μάλιστα, σύμφωνα με το ΔΤΝ, «οι σημαντικές ελλείψεις στην εφαρμογή του προγράμματος τον τελευταίο χρόνο οδήγησαν σε σημαντική αύξηση της χρηματοδοτικής ανάγκης κατά περισσότερο από 60 δισ. ευρώ»...
Η ίδια η Κομισιόν προβλέπει ύφεση έως 4% για φέτος και έως 1,75% για το 2016. Ούτε για το έλλειμμα είναι ελπιδοφόρες οι εκτιμήσεις της Κομισιόν, καθώς για το τρέχον έτος προβλέπει ότι θα παρουσιαστεί πρωτογενές έλλειμμα έως και 1% του ΑΕΠ, ενώ για το 2016 αναμένεται να καταγραφεί μικρό πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ.
Εκτιμά ακόμη ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας από τον Αύγουστο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2018 ανέρχονται σε 74 δισ. ευρώ και οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες ανέρχονται, κατά μέσον όρο, στο 10,4% του ΑΕΠ για την περίοδο 2015-2030. Η Κομισιόν συνομολογεί ότι το δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο και ως εκ τούτου παραδέχεται ότι θα χρειαστούν περαιτέρω παρεμβάσεις.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αμφισβητεί σαφώς την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ και τους ρυθμούς ανάπτυξης που προβλέπονταν πριν από την τραπεζική αργία και τους ελέγχους κίνησης κεφαλαίων που επιβλήθηκαν μετά την απόφαση για δημοψήφισμα.
Εκτιμά ότι θα αυξηθεί σημαντικά το δημόσιο χρέος και ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας από τον επόμενο μήνα έως τον Ιούλιο του 2018 ανέρχονται σε 85 δισ. ευρώ, ενώ οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες ξεπερνούν, κατά το Ταμείο, το 15% του ΑΕΠ. Καταλήγει ότι το ποσοστό αυτό δεν είναι βιώσιμο.
Τονίζει επίσης για ακόμα μία φορά ότι θα πρέπει να υπάρξει περίοδος χάριτος για να ξεκινήσει η αποπληρωμή του χρέους κατά 30 έτη και να επιμηκυνθεί η αποπληρωμή των ευρωπαϊκών δανείων. Αλλιώς, σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα πρέπει να γίνει ένα βαθύ «κούρεμα».
Πριν από το δημοψήφισμα το Ταμείο δημοσίευσε τη δική του έκθεση, σύμφωνα με την οποία, το χρέος το 2020 θα έφθανε στο 149,9% του ΑΕΠ, και ενδεχομένως να απαιτούνταν ακόμα και «κούρεμά» του.
Λίγες μέρες πριν αναθεώρησε προς το δυσμενέστερο τις προβλέψεις του και ανέβασε το δημόσιο χρέος στα επίπεδα του 200% του ΑΕΠ το 2017 και του 170% του ΑΕΠ το 2022, ενώ πριν από τρεις ημέρες η Κομισιόν επανήλθε με νέα έκθεσή της που εκτιμά το χρέος στο 165% του ΑΕΠ το 2020 και στο 150% του ΑΕΠ το 2022.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, αν είχαν εφαρμοστεί όπως συμφωνήθηκαν οι πολιτικές του προγράμματος, δεν θα χρειαζόταν περαιτέρω ελάφρυνση χρέους για να επιτευχθούν οι στόχοι υπό το πλαίσιο του Νοεμβρίου του 2012 (χρέος στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και «βιώσιμα χαμηλότερα» του 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022).
Η έκθεση του ΔΝΤ χαρακτηριστικά αναφέρει: «οι σημαντικές ελλείψεις στην εφαρμογή του προγράμματος τον τελευταίο χρόνο οδήγησαν σε σημαντική αύξηση της χρηματοδοτικής ανάγκης -κατά περισσότερο από 60 δισ. ευρώ- που είχαν εκτιμηθεί μόλις πριν από μερικές εβδομάδες. Ως αποτέλεσμα, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ μέχρι το 2022 προβλεπόταν να αυξηθεί από το εκτιμώμενο λιγότερο από έναν χρόνο πριν περίπου 105%, στην αναθεωρημένη εκτίμηση του 142%, σημαντικά υψηλότερα από τον στόχο του 110% του ΑΕΠ.
Αυτό, στο πλαίσιο της συμφωνίας του Νοεμβρίου 2012, θα υποδήλωνε σημαντικά επιπλέον μέτρα για τη μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους».
ΕΛ. ΚΟΜΙΝΗ - Μ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
No comments:
Post a Comment